θωρακοχειρουργικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- θωρακοχειρουργικός < θωρακοχειρουργός + -ικός
Επίθετο επεξεργασία
θωρακοχειρουργικός
- που έχει σχέση με τον θωρακοχειρουργό ή αναφέρεται σ’ αυτόν και στις εγχειρήσεις που κάνει
Μεταφράσεις επεξεργασία
θωρακοχειρουργικός
|