Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θεοκινούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
θεοκινούμεν
ος
η
θεοκινούμεν
η
το
θεοκινούμεν
ο
γενική
του
θεοκινούμεν
ου
της
θεοκινούμεν
ης
του
θεοκινούμεν
ου
αιτιατική
τον
θεοκινούμεν
ο
τη
θεοκινούμεν
η
το
θεοκινούμεν
ο
κλητική
θεοκινούμεν
ε
θεοκινούμεν
η
θεοκινούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
θεοκινούμεν
οι
οι
θεοκινούμεν
ες
τα
θεοκινούμεν
α
γενική
των
θεοκινούμεν
ων
των
θεοκινούμεν
ων
των
θεοκινούμεν
ων
αιτιατική
τους
θεοκινούμεν
ους
τις
θεοκινούμεν
ες
τα
θεοκινούμεν
α
κλητική
θεοκινούμεν
οι
θεοκινούμεν
ες
θεοκινούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
του ρήματος
θεοκινούμαι
επεξεργασία
ηθικός
, ο ορθά δρων-πράττων-ενεργών