ηλεκτράμαξα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ηλεκτράμαξα < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική electric locomotive
Ουσιαστικό επεξεργασία
ηλεκτράμαξα θηλυκό
- σιδηρόδρομος που κινείται με ηλεκτρισμό
Μεταφράσεις επεξεργασία
ηλεκτράμαξα
|