ηδονόχαρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ηδονόχαρος < ηδον(ή) -ό- • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (1998). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Α΄ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.