Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ηδονολάτρης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ηδονολάτρ
ης
οι
ηδονολάτρ
ες
γενική
του
ηδονολάτρ
η
των
ηδονολατρ
ών
αιτιατική
τον
ηδονολάτρ
η
τους
ηδονολάτρ
ες
κλητική
ηδονολάτρ
η
ηδονολάτρ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ηδονολάτρης
<
ηδον(ή)
+
-ο-
+
-λάτρης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ηδονολάτρης
αρσενικό
,
ηδονολάτρισσα
θηλυκό
αυτός που
λατρεύει
τις
ηδονές
, που τις ανάγει σε βασικό σκοπό της ζωής του, ο
ηδονιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ηδονολάτρης