ζωοθυσία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ζωοθυσία < ελληνιστική κοινή ζωοθυσία < αρχαία ελληνική ζῷον + θυσία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαζωοθυσία θηλυκό
- (λόγιο) θυσία ζώων σε θρησκευτικές γιορτές
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ζωοθυσία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Μεταφράσεις
επεξεργασία ζωοθυσία
|