ζωγράφισμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /zoˈɣɾa.fi.zma/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ζωγράφισμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του ζωγραφίζω
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ζωγράφισμα
|