ζυθοποιία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ζυθοποιία | οι | ζυθοποιίες |
γενική | της | ζυθοποιίας | — | |
αιτιατική | τη | ζυθοποιία | τις | ζυθοποιίες |
κλητική | ζυθοποιία | ζυθοποιίες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ζυθοποιία θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ζυθοποιία
|