ζουλούμι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ζουλούμι | τα | ζουλούμια |
γενική | του | ζουλουμιού | των | ζουλουμιών |
αιτιατική | το | ζουλούμι | τα | ζουλούμια |
κλητική | ζουλούμι | ζουλούμια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ζουλούμι < (άμεσο δάνειο) τουρκική zulüm
Ουσιαστικό
επεξεργασίαζουλούμι ουδέτερο
- (κρητικά) καταπίεση, αδικία
- ※ να εύρητε εις το εξής κάθε χριστιανός της Κρήτης την ησυχίαν και ανάπαυσίν του, και να ηξεύρητε ότι θέλουν παύσει πλέον όλα τα πρώτα, ήγουν μήτε αγγαρίαις, μήτε τζερεμέδες ουδέ ζουλούμια θέλετε έχει πλέον. Χωρίς δε την εδικήν μας άδιεαν κανείς Τούρκος εις το εξής μικρός ή μεγάλος είτε εντόπιος είτε ξένος δεν θέλει ημπορέσει να εμβαίνη εις τα σπήτια σας (Καλλίνικος Κριτοβουλίδης, Απομνημονεύματα του περί αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών, 1859, σελ. 582 [1])
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ζουλούμι
|
Πηγές
επεξεργασία- Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014