Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ζορλαμάς οι ζορλαμάδες
      γενική του ζορλαμά των ζορλαμάδων
    αιτιατική τον ζορλαμά τους ζορλαμάδες
     κλητική ζορλαμά ζορλαμάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζορλαμάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική zorlama

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζορλαμάς αρσενικό

Παράγωγα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014