ζλάπι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ζλάπι | τα | ζλάπια |
γενική | του | ζλαπιού | των | ζλαπιών |
αιτιατική | το | ζλάπι | τα | ζλάπια |
κλητική | ζλάπι | ζλάπια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ζλάπι < (άμεσο δάνειο) αρωμουνική zlapi < αλβανική zullap
Ουσιαστικό
επεξεργασίαζλάπι ουδέτερο
- (ιδιωματικό) άλλη μορφή του ζουλάπι
Μεταφράσεις
επεξεργασία ζλάπι
|