ζαχαρόπιτα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /za.xaˈɾo.pi.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ζα‐χα‐ρό‐πι‐τα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαζαχαρόπιτα θηλυκό
- υπολείμματα τεύτλων που διατίθενται μετά από ξήρανση ως ζωοτροφή
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ζαχαρόπιτα
|