ευριπίδειος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ευριπίδειος < αρχαία ελληνική Εὐριπίδειος < Εὐριπίδης
Επίθετο
επεξεργασίαευριπίδειος
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Ευριπίδης
Μεταφράσεις
επεξεργασία ευριπίδειος
|
ευριπίδειος
|