ευδαιμονισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ευδαιμονισμός < ουσιαστικό ευδαιμονία + επίθημα -ισμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
ευδαιμονισμός αρσενικό
- (φιλοσοφία) φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία, η ευδαιμονία είναι το υπέρτατο αγαθό, το οποίο οφείλει να αναζητά κάθε άνθρωπος
- η τάση ενός ατόμου ή ενός κοινωνικού συνόλου να συσσωρεύει υλικά αγαθά, με την πίστη πως αυτά αποφέρουν την ευδαιμονία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ευδαιμονισμός