↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ετεροκοινωνικότητα οι ετεροκοινωνικότητες
      γενική της ετεροκοινωνικότητας των ετεροκοινωνικοτήτων
    αιτιατική την ετεροκοινωνικότητα τις ετεροκοινωνικότητες
     κλητική ετεροκοινωνικότητα ετεροκοινωνικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ετεροκοινωνικότητα < ετερο- + κοινωνικότητα, λόγιο ενδογενές δάνειο: (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική heterosociality(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ετεροκοινωνικότητα θηλυκό

  • οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ μελών διαφορετικού φύλου

Αντώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

για ερωτικές σχέσεις:

  Μεταφράσεις

επεξεργασία