επτά θανάσιμα αμαρτήματα

  Ετυμολογία

επεξεργασία
επτά θανάσιμα αμαρτήματα → δείτε τις λέξεις επτά, θανάσιμος και αμάρτημα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /eˈpta θaˈna.si.ma a.maɾˈti.ma.ta/

  Έκφραση

επεξεργασία

επτά θανάσιμα αμαρτήματα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία