• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εποίκηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : εποίκιση

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εποίκηση οι εποικήσεις
      γενική της εποίκησης* των εποικήσεων
    αιτιατική την εποίκηση τις εποικήσεις
     κλητική εποίκηση εποικήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, εποικήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εποίκηση < εποικώ + -ση

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /eˈpi.ci.si/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εποίκηση θηλυκό

  • η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του εποικώ

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εποίκηση
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εποίκηση&oldid=5473539"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 03:35

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 03:35.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας