• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εξόγκωμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : ἐξόγκωμα

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το εξόγκωμα τα εξογκώματα
      γενική του εξογκώματος των εξογκωμάτων
    αιτιατική το εξόγκωμα τα εξογκώματα
     κλητική εξόγκωμα εξογκώματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

εξόγκωμα < αρχαία ελληνική ἐξόγκωμα < ἐξόγκοω

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

εξόγκωμα ουδέτερο

  • προεξοχή που φαίνεται να εξέχει από έναν όγκο

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τις λέξεις εξογκώνω και όγκος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    εξόγκωμα
  • αγγλικά : protuberance (en), swelling (en)
  • γαλλικά : proéminence (fr), protubérance (fr),

excroissance (fr)

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εξόγκωμα&oldid=5222006"
Τελευταία επεξεργασία στις 12 Σεπτεμβρίου 2021, στις 08:57
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 12 Σεπτεμβρίου 2021, στις 08:57.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie