• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εκφόρτιση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : εκφόρτωση

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εκφόρτιση οι εκφορτίσεις
      γενική της εκφόρτισης* των εκφορτίσεων
    αιτιατική την εκφόρτιση τις εκφορτίσεις
     κλητική εκφόρτιση εκφορτίσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, εκφορτίσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εκφόρτιση < εκφορτίζω + -ση

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εκφόρτιση θηλυκό

  • (τεχνολογία) αποφόρτιση

Συγγενικά

επεξεργασία
  • εκφορτίζω
  • → δείτε τις λέξεις εκ, φορτίζω και φόρτος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εκφόρτιση
  • → δείτε τη λέξη αποφόρτιση
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εκφόρτιση&oldid=5345431"
Τελευταία επεξεργασία στις 23 Νοεμβρίου 2021, στις 21:33

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 23 Νοεμβρίου 2021, στις 21:33.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας