↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εκφορτωτήρας οι εκφορτωτήρες
      γενική του εκφορτωτήρα των εκφορτωτήρων
    αιτιατική τον εκφορτωτήρα τους εκφορτωτήρες
     κλητική εκφορτωτήρα εκφορτωτήρες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
εκφορτωτήρας < εκφορτώνω + -τήρας

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

εκφορτωτήρας αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία