εκλαμπρότατος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εκλαμπρότατος < (μεταφραστικό δάνειο) ιταλική illustrissimo
Επίθετο
επεξεργασίαεκλαμπρότατος, -η, -ο
- (προσφώνηση) χρησιμοποιείται ως τιμητικός τίτλος για ανώτατους πολιτικούς άρχοντες και αρχιερείς, χρησιμοποιείται επίσης ειρωνικά για οποιονδήποτε διάσημο άνθρωπο
Μεταφράσεις
επεξεργασία εκλαμπρότατος
|