εκατοντάδραχμο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εκατοντάδραχμο < ελληνιστική ἑκατοντάδραχμος, μορφολογικά εκατοντάδ(α) + -δραχμο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεκατοντάδραχμο ουδέτερο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία εκατοντάδραχμο
|