Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εγχειρητικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εγχειρητικ
ός
η
εγχειρητικ
ή
το
εγχειρητικ
ό
γενική
του
εγχειρητικ
ού
της
εγχειρητικ
ής
του
εγχειρητικ
ού
αιτιατική
τον
εγχειρητικ
ό
την
εγχειρητικ
ή
το
εγχειρητικ
ό
κλητική
εγχειρητικ
έ
εγχειρητικ
ή
εγχειρητικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εγχειρητικ
οί
οι
εγχειρητικ
ές
τα
εγχειρητικ
ά
γενική
των
εγχειρητικ
ών
των
εγχειρητικ
ών
των
εγχειρητικ
ών
αιτιατική
τους
εγχειρητικ
ούς
τις
εγχειρητικ
ές
τα
εγχειρητικ
ά
κλητική
εγχειρητικ
οί
εγχειρητικ
ές
εγχειρητικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εγχειρητικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
εγχειρητικός, -ή, -ό
σχετικός με την
εγχείρηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εγχειρητικός