δικαιόγραφο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δικαιόγραφο ουδέτερο
- (νομικός όρος) έγγραφο αποδεικτικό κάποιου δικαιώματος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δικαιόγραφο
|