δημητριακό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη δημητριακά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δημητριακό ουδέτερο
- κάθε φυτό της οικογένειας των δημητριακών (Poaceae ή Gramineae)· καλλιεργείται για τους μικρούς καρπούς του
- τα δημητριακά ρύζι, σιτάρι και καλαμπόκι αποτελούν μερικά από τα βασικά διατροφικά είδη της ανθρωπότητας