Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δεκαπενταύγουστος οι δεκαπενταύγουστοι
      γενική του δεκαπενταύγουστου των δεκαπενταύγουστων
    αιτιατική τον δεκαπενταύγουστο τους δεκαπενταύγουστους
     κλητική δεκαπενταύγουστε δεκαπενταύγουστοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δεκαπενταύγουστος < δεκαπέντε + Αύγουστος + -ος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δεκαπενταύγουστος αρσενικό

  1. (θρησκεία) η 15η Αυγούστου, μεγάλη θρησκευτική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και αργία
    Τα διηγήματα είναι εμπνευσμένα από τη μαγεία των παιδικών μου Δεκαπενταύγουστων. (*)
  2. το χρονικός διάστημα από τη 1 ως τις 15 Αυγούστου

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία