↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δανδής οι δανδήδες
      γενική του δανδή των δανδήδων
    αιτιατική τον δανδή τους δανδήδες
     κλητική δανδή δανδήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δανδής < (λόγιο δάνειο) γαλλική dandy[1] < αγγλική dandy

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δανδής αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία