Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γριμόριο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
γριμόρι
ο
τα
γριμόρι
α
γενική
του
γριμορί
ου
&
γριμόρι
ου
των
γριμορί
ων
αιτιατική
το
γριμόρι
ο
τα
γριμόρι
α
κλητική
γριμόρι
ο
γριμόρι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γριμόριο
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γριμόριο
ουδέτερο
βιβλίο
με
μάγια
Δείτε επίσης
επεξεργασία
γριμόριο
στη
Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γριμόριο
γαλλικά
:
grimoire
(fr)
παλαιά γαλλικά
:
gramaire
,
gramoire
(fr)