γκιζέρι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | γκιζέρι | τα | γκιζέρια |
γενική | του | γκιζεριού | των | γκιζεριών |
αιτιατική | το | γκιζέρι | τα | γκιζέρια |
κλητική | γκιζέρι | γκιζέρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γκιζέρι ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
γκιζέρι
|