Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γεωκαρπία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Δείτε επίσης
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
γεωκαρπί
α
οι
γεωκαρπί
ες
γενική
της
γεωκαρπί
ας
των
γεωκαρπι
ών
αιτιατική
τη
γεωκαρπί
α
τις
γεωκαρπί
ες
κλητική
γεωκαρπί
α
γεωκαρπί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γεωκαρπία
<
γεω-
+
καρπός
+
-ία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γεωκαρπία
θηλυκό
(
βοτανική
) η
ωρίμανση
του
καρπού
ενός
φυτού
μέσα
στη
γη
Συγγενικά
επεξεργασία
γεωκαρπικός
Δείτε επίσης
επεξεργασία
αραχίδα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γεωκαρπία