• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

βραστήρας

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βραστήρας οι βραστήρες
      γενική του βραστήρα των βραστήρων
    αιτιατική τον βραστήρα τους βραστήρες
     κλητική βραστήρα βραστήρες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

βραστήρας < → λείπει η ετυμολογία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

βραστήρας αρσενικό

  • (κουζινικά) το μαγειρικό σκεύος για το βράσιμο του νερού

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • βράζω
  • βράσιμο

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • κατσαρόλα
  • χύτρα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    βραστήρας
  • αγγλικά : kettle (en), boiler (en)
  • γαλλικά : bouilloire (fr)
  • ιταλικά : bollitore (it)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=βραστήρας&oldid=5564915"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Ιουνίου 2022, στις 20:29
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Ιουνίου 2022, στις 20:29.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie