↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βοϊδόπουτσα οι βοϊδόπουτσες
      γενική της βοϊδόπουτσας των βοϊδοπουτσών
    αιτιατική τη βοϊδόπουτσα τις βοϊδόπουτσες
     κλητική βοϊδόπουτσα βοϊδόπουτσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βοϊδόπουτσα < βοϊδο- (< βόιδι) + πούτσα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βοϊδόπουτσα θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία