βουβωνιακός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βουβωνιακός < αρχαία ελληνική βουβών < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *beu-
Επίθετο επεξεργασία
βουβωνιακός
Άλλες μορφές επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- βουβωνιακός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.