Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βοτανομαντεία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
βοτανομαντεί
α
οι
βοτανομαντεί
ες
γενική
της
βοτανομαντεί
ας
των
βοτανομαντει
ών
αιτιατική
τη
βοτανομαντεί
α
τις
βοτανομαντεί
ες
κλητική
βοτανομαντεί
α
βοτανομαντεί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
βοτανομαντεία
<
βόταν(ο)
+
-ο-
+
-μαντεία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
βοτανομαντεία
θηλυκό
προσπάθεια
πρόβλεψης
του
μέλλοντος
βασιζόμενη στην παρατήρηση
βοτάνων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βοτανομαντεία
γαλλικά
:
botanomancie
(fr)