Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βορειοκορεατικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βορειοκορεατικ
ός
η
βορειοκορεατικ
ή
το
βορειοκορεατικ
ό
γενική
του
βορειοκορεατικ
ού
της
βορειοκορεατικ
ής
του
βορειοκορεατικ
ού
αιτιατική
τον
βορειοκορεατικ
ό
τη
βορειοκορεατικ
ή
το
βορειοκορεατικ
ό
κλητική
βορειοκορεατικ
έ
βορειοκορεατικ
ή
βορειοκορεατικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βορειοκορεατικ
οί
οι
βορειοκορεατικ
ές
τα
βορειοκορεατικ
ά
γενική
των
βορειοκορεατικ
ών
των
βορειοκορεατικ
ών
των
βορειοκορεατικ
ών
αιτιατική
τους
βορειοκορεατικ
ούς
τις
βορειοκορεατικ
ές
τα
βορειοκορεατικ
ά
κλητική
βορειοκορεατικ
οί
βορειοκορεατικ
ές
βορειοκορεατικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βορειοκορεατικός
<
Βόρεια Κορέα
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
βορειοκορεατικός
ο σχετικός με τη Βόρεια Κορέα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βορειοκορεατικός