Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βλακοκρατία οι βλακοκρατίες
      γενική της βλακοκρατίας των βλακοκρατιών
    αιτιατική τη βλακοκρατία τις βλακοκρατίες
     κλητική βλακοκρατία βλακοκρατίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βλακοκρατία < βλάκας + -ο- + -κρατία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βλακοκρατία θηλυκό στον ενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία