Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βιοτεχνολογικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βιοτεχνολογικ
ός
η
βιοτεχνολογικ
ή
το
βιοτεχνολογικ
ό
γενική
του
βιοτεχνολογικ
ού
της
βιοτεχνολογικ
ής
του
βιοτεχνολογικ
ού
αιτιατική
τον
βιοτεχνολογικ
ό
τη
βιοτεχνολογικ
ή
το
βιοτεχνολογικ
ό
κλητική
βιοτεχνολογικ
έ
βιοτεχνολογικ
ή
βιοτεχνολογικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βιοτεχνολογικ
οί
οι
βιοτεχνολογικ
ές
τα
βιοτεχνολογικ
ά
γενική
των
βιοτεχνολογικ
ών
των
βιοτεχνολογικ
ών
των
βιοτεχνολογικ
ών
αιτιατική
τους
βιοτεχνολογικ
ούς
τις
βιοτεχνολογικ
ές
τα
βιοτεχνολογικ
ά
κλητική
βιοτεχνολογικ
οί
βιοτεχνολογικ
ές
βιοτεχνολογικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βιοτεχνολογικός
<
βιοτεχνολογία
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
βιοτεχνολογικός
ο σχετικός με τη
βιοτεχνολογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βιοτεχνολογικός