↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βιολονίστας οι βιολονίστες
      γενική του βιολονίστα των βιολονιστών
    αιτιατική τον βιολονίστα τους βιολονίστες
     κλητική βιολονίστα βιολονίστες
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βιολονίστας < (άμεσο δάνειο) γαλλική violon(iste) + -ίστας[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vʝo.loˈni.stas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βιο‐λο‐νί‐στας

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βιολονίστας αρσενικό (θηλυκό βιολονίστα)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία