βιβλιοστάτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαβιβλιοστάτης αρσενικό
- είδος στηρίγματος για βιβλία τοποθετημένα όρθια σε ράφια βιβλιοθήκης
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- bookend στην αγγλική Βικιπαίδεια