Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αφιόνισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αφιόνισμα
τα
αφιονίσμα
τ
α
γενική
του
αφιονίσμα
τ
ος
των
αφιονισμά
τ
ων
αιτιατική
το
αφιόνισμα
τα
αφιονίσμα
τ
α
κλητική
αφιόνισμα
αφιονίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αφιόνισμα
<
αφιονίζω
αφιονισ- +
-μα
<
τουρκικά
afyon
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
aˈfço.ni.zma
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αφιόνισμα
ουδέτερο
άλλη μορφή
του
αφιονισμός
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
αφιόνι