• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

αυτογαμία

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτογαμία οι αυτογαμίες
      γενική της αυτογαμίας των αυτογαμιών
    αιτιατική την αυτογαμία τις αυτογαμίες
     κλητική αυτογαμία αυτογαμίες
όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

αυτογαμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική autogamie < αρχαία ελληνική αὐτός + γαμέω

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

αυτογαμία θηλυκό

  • (βιολογία) η αυτογονιμοποίηση

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • αλλογαμία

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    αυτογαμία
  • αγγλικά : autogamy (en)
  • γαλλικά : autogamie (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αυτογαμία&oldid=4858940"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Οκτωβρίου 2020, στις 19:56

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Οκτωβρίου 2020, στις 19:56.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie