↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ασυμπονιά οι ασυμπονιές
      γενική της ασυμπονιάς των ασυμπονιών
    αιτιατική την ασυμπονιά τις ασυμπονιές
     κλητική ασυμπονιά ασυμπονιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ασυμπονιά < α- + συμπόν(ια) + -ιά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ασυμπονιά[1] [2] θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. ασυμπονιάΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. ασυμπονιά - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)