Δείτε επίσης: Ἀρχιμήδειος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αρχιμήδειος η αρχιμήδεια το αρχιμήδειο
      γενική του αρχιμήδειου της αρχιμήδειας του αρχιμήδειου
    αιτιατική τον αρχιμήδειο την αρχιμήδεια το αρχιμήδειο
     κλητική αρχιμήδειε αρχιμήδεια αρχιμήδειο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αρχιμήδειοι οι αρχιμήδειες τα αρχιμήδεια
      γενική των αρχιμήδειων των αρχιμήδειων των αρχιμήδειων
    αιτιατική τους αρχιμήδειους τις αρχιμήδειες τα αρχιμήδεια
     κλητική αρχιμήδειοι αρχιμήδειες αρχιμήδεια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

αρχιμήδειος < ελληνιστική κοινή Ἀρχιμήδειος < Ἀρχιμήδης

  Επίθετο επεξεργασία

αρχιμήδειος

  Μεταφράσεις επεξεργασία