αρχαγγελικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αρχαγγελικός < αρχάγγελος
Ουσιαστικό
επεξεργασίααρχαγγελικός ουδέτερο
- που αναφέρεται στον αρχάγγελο, αρχαγγέλινος
- που μοιάζει με αρχάγγελο
Μεταφράσεις
επεξεργασία αρχαγγελικός
|
αρχαγγελικός ουδέτερο
|