• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

απογύμνωση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η απογύμνωση οι απογυμνώσεις
      γενική της απογύμνωσης* των απογυμνώσεων
    αιτιατική την απογύμνωση τις απογυμνώσεις
     κλητική απογύμνωση απογυμνώσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, απογυμνώσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

απογύμνωση < (ελληνιστική κοινή) ἀπογύμνωσις

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /a.poˈʝi.mno.si/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

απογύμνωση θηλυκό

  • η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του απογυμνώνω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    απογύμνωση
  • αγγλικά : stripping (en), uncovering (en)
  • γαλλικά : dénuement (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=απογύμνωση&oldid=5455732"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 04:12
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Ιανουαρίου 2022, στις 04:12.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie