Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανταμοιβή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ανταμοιβ
ή
οι
ανταμοιβ
ές
γενική
της
ανταμοιβ
ής
των
ανταμοιβ
ών
αιτιατική
την
ανταμοιβ
ή
τις
ανταμοιβ
ές
κλητική
ανταμοιβ
ή
ανταμοιβ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανταμοιβή
< (
ελληνιστική κοινή
)
ἀνταμοιβή
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ανταμοιβή
θηλυκό
η ηθική (κυρίως) ή χρηματική
αμοιβή
που παίρνει κάποιος ως αναγνώριση του έργου του
Άλλες μορφές
επεξεργασία
αντάμειψη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανταμοιβή
αγγλικά
:
reward
(en)
,
repayment
(en)
,
payoff
(en)
γαλλικά
:
récompense
(fr)
,
rémunération
(fr)
,
gratification
(fr)
γερμανικά
:
Belohnung
(de)
ουγγρικά
:
jutalom
(hu)