αλφαβητάρι
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αλφαβητάρι | τα | αλφαβητάρια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | αλφαβητάρι | τα | αλφαβητάρια |
κλητική | αλφαβητάρι | αλφαβητάρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Το «Αλφαβητάριο του 1917, γνωστότερο ως «Το αλφαβητάρι με τον ήλιο».
Ετυμολογία Επεξεργασία
- αλφαβητάρι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀλφαβητάριν (και ἀλφαβητάριον), υποκοριστικό για την ελληνιστική κοινή ἀλφάβητ(ος) + -άριν (-άρι). Συγκρίνετε με το αλφαβητάριο. [1]
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /al.fa.viˈta.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αλ‐φα‐βη‐τά‐ρι
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
αλφαβητάρι ουδέτερο
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
αλφαβητάρι
→ δείτε τη λέξη αλφαβητάριο |
Επεξεργασία
- ↑ «αλφαβητάρι» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.