ακρολιμνιά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ακρολιμνιά | οι | ακρολιμνιές |
γενική | της | ακρολιμνιάς | των | ακρολιμνιών |
αιτιατική | την | ακρολιμνιά | τις | ακρολιμνιές |
κλητική | ακρολιμνιά | ακρολιμνιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ακρολιμνιά θηλυκό