Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακροθαλασσιά οι ακροθαλασσιές
      γενική της ακροθαλασσιάς των ακροθαλασσιών
    αιτιατική την ακροθαλασσιά τις ακροθαλασσιές
     κλητική ακροθαλασσιά ακροθαλασσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακροθαλασσιά < ακροθαλάσσ(ι) + -ιά[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.kɾo.θa.laˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐κρο‐θα‐λασ‐σιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακροθαλασσιά θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία