• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αιγοτρόφος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η αιγοτρόφος οι αιγοτρόφοι
      γενική του/της αιγοτρόφου των αιγοτρόφων
    αιτιατική τον/την αιγοτρόφο τους/τις αιγοτρόφους
     κλητική αιγοτρόφε αιγοτρόφοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αιγοτρόφος < αίγ(α) + -ο- + -τρόφος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αιγοτρόφος αρσενικό ή θηλυκό

  • (επάγγελμα) που εκτρέφει αίγες (κατσίκες)

Συγγενικά

επεξεργασία
  • αιγοτροφία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αιγοτρόφος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αιγοτρόφος&oldid=5574066"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Ιουλίου 2022, στις 04:56

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Ιουλίου 2022, στις 04:56.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας